- πιθίας
- πιθίᾱς , πιθίαςjar-shaped cometmasc acc plπιθίᾱς , πιθίαςjar-shaped cometmasc nom sg (attic epic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
πιθίας — και δ. γρφ. πιθείας, ὁ, Α κομήτης με σχήμα πίθου. [ΕΤΥΜΟΛ. < πίθος «πιθάρι» + επίθημα ιας (πρβλ. οροφ ίας)] … Dictionary of Greek
πίθος — I Δήμος της αρχαίας Αττικής, που πιθανόν να βρισκόταν κοντά στην Κηφισιά. Ο δημότης του ονομαζόταν Πιθεύς ή Πιθεεύς. II Μικρός πεδινός οικισμός (υψόμ. 60 μ.), στην πρώην επαρχία Κερκύρας, του ομώνυμου νομού. Υπάγεται διοικητικά στο Δήμο Θιναλείου … Dictionary of Greek
πιθίτης — ὁ, Α 1. αυτός που έχει σχήμα πίθου 2. φρ. «πιθίτης κομήτης» ο πιθίας*. [ΕΤΥΜΟΛ. < πίθος «πιθάρι» + επίθημα ίτης (πρβλ. σελην ίτης)] … Dictionary of Greek
πιθείας — ὁ, Α βλ. πιθίας … Dictionary of Greek
πιθιοδείκτης — ὁ, Μ (για τον θεό) αυτός που δείχνει τη βουλή του, τη θέλησή του με τον κομήτη πιθία. [ΕΤΥΜΟΛ. < πιθίας + δείκτης (< δείκνυμι)] … Dictionary of Greek
πιθίου — πίθιον neut gen sg πιθίας jar shaped comet masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)